Home > Term: ALE
ALE
Αλκοολούχου ποτού ειδικού από βύνη και λυκίσκο. Είναι συνήθως πιο ισχυρή και, λόγω του λυκίσκου, πιο πικρή πλην του ζύθου. Το χρώμα μπορεί να ποικίλλει από φως σε Σκούρο κεχριμπάρι.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Culinary arts
- Category: Cooking
- Company: Barrons Educational Series
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback