Home > Term: διάμετρος
διάμετρος
(Οπτική) Η μονάδα μέτρησης του φωτός τη συλλογή ενέργειας από ένα φακό.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Military
- Category: Missile defense
- Company: U.S. DOD
0
Creator
- Golgotha
- 100% positive feedback