Home > Term: κοινή
κοινή
Δραστηριότητες, εργασίες, οργανισμών, κ.λπ., στην οποία συμμετέχουν στοιχεία από περισσότερες από μία υπηρεσία του ίδιου έθνους. Όταν δεν συμμετέχουν όλες οι υπηρεσίες, οι συμμετέχουσες υπηρεσίες πρέπει να προσδιορίζονται, π.χ., κοινή στρατός-Ναυτικό.)
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Military
- Category: Missile defense
- Company: U.S. DOD
0
Creator
- Golgotha
- 100% positive feedback