Home > Term: μικρόβιο
μικρόβιο
Ένας οργανισμός του εν λόγω μικρού μεγέθους, ότι μπορεί να θεωρηθεί μόνο ως ενός οργανισμού με τη βοήθεια του μικροσκοπίου.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Plants
- Category: Plant pathology
- Company: American Phytopathological Society
0
Creator
- Golgotha
- 100% positive feedback