Home > Term: μονοκαλλιέργεια
μονοκαλλιέργεια
Η γεωργική πρακτική του καλλιεργούν μια ενιαία καλλιέργεια σε ολόκληρη την εκμετάλλευση ή περιοχή.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Biotechnology
- Category: Genetic engineering
- Organization: FAO
0
Creator
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)