Home >  Term: penaid
penaid

(Πρώην αρκτικόλεξο για ενίσχυση της διείσδυσης.) Τεχνικές ή/και συσκευών που απασχολούνται από επιθετικά αεροδιαστημικής οπλικά συστήματα για να αυξήσετε την πιθανότητα διεισδυτική εχθρού άμυνες.

0 0

Creator

  • Golgotha
  •  (V.I.P) 30507 points
  • 100% positive feedback
© 2025 CSOFT International, Ltd.