Home > Term: ΣΤΡΩΜΑ
ΣΤΡΩΜΑ
Συμπαγή μάζα του μυκηλίου (με ή χωρίς ιστό ξενιστή) που υποστηρίζει καρποφόρα όργανα ή στο οποίο είναι ενσωματωμένα καρποφόρα όργανα.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Plants
- Category: Plant pathology
- Company: American Phytopathological Society
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback